Ουφ… 17
στούντιο albums, μια γεμάτη πορεία από τις αρχές της δεκαετίας του 70 με τα
πάνω της αλλά και τα κάτω της, ιστορικά live και ο δεύτερος πιο μοσχοπουλημένος
δίσκος στην ιστορία της μουσικής( Back In Black) μετά το «Thriller»
του Michael Jackson.
Μια σίγουρα τεράστια καριέρα που θα έκανε τους περισσότερους να σταματήσουν και
να επαναπαυτούν στις «δάφνες» τους.
Όλα αυτά όμως
δεν ταιριάζουν με τον «keep walking»
άγραφο κανόνα του rock n’ roll τρόπου
ζωής που υπηρετούν δεκαετίες τώρα οι Αυστραλοί. Και όταν είσαι ο μεγαλύτερος
εκπρόσωπος του rock n’ roll δεν
σταματάς ούτε μετά την δεύτερη πιο σημαντική απώλεια μέλους στην καριέρα σου.
Και αυτή τη φορά δυστυχώς μιλάμε για έναν εκ των δύο ιδρυτικών μελών του
συγκροτήματος, του Malcom Young που μετά το σοβαρό επεισόδιο υγείας που είχε μέσα στην
χρονιά, δεν θα μπορέσει να ξαναπαίξει στην μπάντα που αυτός και ο αδερφός του
ξεκίνησαν. Και τα προβλήματα δεν έχουν τελειωμό καθώς τα μπλεξίματα του Phill Rudd(drummer) με τον νόμο στην πατρίδα του,
μάλλον οδηγούν τον ίδιο εκτός συγκροτήματος μιας και οι υπόλοιποι συνεχίζουν
κανονικά χωρίς αυτόν την προώθηση του δίσκου.
Αξίζει να
σημειωθεί πάντως ότι ο Phill Rudd συμμετείχε κανονικά στις ηχογραφήσεις του Rock or Burst. Ηχογραφήσεις που αυτή
την φορά περιέχουν ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο που επηρέασε τον
ήχο(καταπληκτικός) του δίσκου. Εκτός από τον παραγωγό Breadan O’ Brien( Pearl Jam, Bruce Springsteen, Mastodon) που για άλλη μια
φορά μετά το πολυπλατινένιο Black Ice δουλεύει με τους Αυστραλούς αυτή την φορά σημαντικό ρόλο
στον κλασικό ήχο έπαιξε η χρήση ενός ειδικά φτιαγμένου κιθαριστικόυ εφέ! The Schaffer replica όπως ονομάζεται η
συσκευή που έχει φτιαχτεί από ένα φανατικό οπαδό του συγκροτήματος και μπορεί
να αναπαράγει τον κλασικό ήχο της κιθάρας του Angus Young που
άλλαξε την ιστορία του ροκ με δίσκους όπως τα Highway to Hell & Back In Black.
Αυτός ο ήχος
πετυχαίνεται και στο φετινό Rock or Burst,
είναι όμως αυτό από μόνο του ικανό να κάνει τον εν’ λόγω δίσκο να αντέξει στο
χρόνο όπως τα προαναφερθέντα albums;
Μάλλον όχι και αυτό το ξέρουν και οι ίδιοι οι AC/DC που σίγουρα δεν αγχώνονται για κάτι
τέτοιο. Εκπλήξεις εννοείται πως δεν υπάρχουν αφού για άλλη μια φορά έχουμε hard rock μοναδικά
παιγμένο με bluesy πινελιές. Οπότε αφού το ξεκαθαρίσαμε και αυτό τι μένει
κάποιος να περιμένει από τους AC/DC και
γιατί να κινηθεί στην αγορά ενός νέου τους δίσκου; Μα σαφώς μπορεί να περιμένει
καλογραμμένα καινούργια τραγούδια στο γνωστό τους ύφος. Αυτό επιτυγχάνεται ξανά
από το συγκρότημα αλλά δυστυχώς για ακόμη μια φορά έχουμε δίσκο με fillers. Τραγούδια όπως το
ομώνυμο το «Emission Control»
και το πρώτο single «Play Ball»
προσπερνιούνται εύκολα με το τελευταίο να με κάνει αρχικά να σχηματίσω αρνητική
άποψη για τον δίσκο. Το πρόσημο όμως κλείνει θετικά για το Rock or Burst με
το πολύ καλό και πιο heavy
«Dogs of War» και το «Hard Times» με τις πολύ ωραίες lead κιθάρες
του Angus Young.
Πρέπει επίσης να αναφερθούν και οι πολύ
καλές ερμηνείες του αγέρωχου Brian Johnson που μοιάζει να μην τον «ακουμπάει» ο χρόνος, ευτυχώς για
εμάς.
Συμπερασματικά
το Rock or Burst το έχω ακούσει ήδη περισσότερες φορές από το Black Ice που
μάλλον μου πέρασε αδιάφορο. Αλλά και πάλι μου φαίνεται πως όσοι έχουν
«χορτάσει» τον ήχο τον AC/DC, μάλλον ο συγκεκριμένος
δίσκος θα αποτελέσει μια καλή αφορμή να ακούσουν ξανά τα κλασικά παλιά albums των
Αυστραλών. Βέβαια γι’ αυτούς που δεν είναι μυημένοι ακόμα στον ήχο αυτό, αποτελεί μια καλή αφορμή
να ξεκινήσουν να τους ακούνε και σίγουρα θα λατρέψουν τον δίσκο.
Φροίξος Βικάτος
7/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου