Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Red Hot Chili Peppers - "The Getaway"

                
             Να επαναπροσδιορίσεις  τον εαυτό σου είναι μια δύσκολή πράξη που απαιτεί μεγάλη προσπάθεια και ενδέχεται να εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο. Το οποίο και σωστά πήραν οι Red Hot Chili Peppers στο καινούργιο τους άλμπουμ. Αναφερόμαστε σε ένα συγκρότημα που από το 1999 και το “Californication”, όλα του πάνε πρίμα και το οποίο δεν «σκόνταψε» ούτε μετά την αποχώρηση του καταλυτικού για την επιτυχία τους John Frusciante. Το προηγούμενο τους άλμπουμ “Im With You” που ήταν και το πρώτο τους χωρίς τον κιθαρίστα που σημάδεψε την καριέρα τους, κατάφερε με σχετική ευκολία να «μασκαρέψει» τις όποιες αδυναμίες και ελλείψεις σε συνθετικό επίπεδο, αλλά η κόπωση είχε κάνει την εμφάνιση της. Πέντε χρόνια μετά και για νέο τους άλμπουμ μαθαίνουμε ότι το συγκρότημα αντικατέστησε τον επί χρόνια συνεργάτη του-παραγωγό του, Rick Rubin, με την λογικότερη εκ το επιλογών να ακούει στο όνομα Danger Mouse. Ο τελευταίος είναι γνωστός και υπεύθυνος για την επιτυχία των The Black Keys και μεταξύ άλλων έκανε και την παραγωγή στο τελευταίο άλμπουμ των U2. Αυτό το σημειώνω γιατί οι Peppers από τα τέλη των 90’s με τη μουσική τους αναφέρονται όλα αυτά τα χρόνια σε ένα πιο mainstream ακροατήριο, οπότε οι γκρίνιες για πιο pop στροφή του ήχου τους είναι μάλλον «περσινά ξινά σταφύλια».
           Στο “The Getaway” όπως και ονομάζεται το φετινό και 11ο στούντιο άλμπουμ των Καλιφορνέζων ,οι αλλαγές είναι αρκετές και το ρίσκο που παίρνουν οι δημιουργοί του είναι τέτοιο ώστε το άλμπουμ να ακούγεται ως το λιγότερο “Peppers” της καριέρας τους. Αυτό από μόνο του όμως δεν μπορεί να κρίνει και την ποιότητα του. Ο Danger Mouse από πολλές απόψεις μπορεί να θεωρηθεί ο αναμορφωτής του ήχου τους αφού πέρα από την παραγωγή συνυποργράφει και 5 από τις συνθέσεις στο “The Getaway”. Μια από αυτές είναι και η καλύτερη αυτού. Μιλάω φυσικά για το “Dark Necessities” ένα αρκετά σκοτεινό και μελαγχολικό τραγούδι για τα δεδομένα του συγκροτήματος, ειδικά η επιλογή του ως πρώτο single εκπλήσσει. Έχει όμως την καλύτερη μελωδία σε όλο το άλμπουμ και μία από τις καλύτερες από αυτές που θα ακούσουμε αυτή χρονιά. Στο σύνολό του το άλμπουμ δεν θα «ξεσπάσει» πουθενά , ούτε στα πιο κιθαριστικά “Detroit” και “This Ticonderoga”. Και στις 13 του συνθέσεις ο δίσκος είναι αρκετά ατμοσφαιρικός, ambient και για αυτούς που ψάχνουν το νέο “Cant Stop”, συγγνώμη αλλά στο “The Getaway” δεν θα το πάρετε. Η πιο ατμοσφαιρική προσέγγιση έχει τιθασεύσει  το μπάσο του Flea αλλά και τα trademark rap ξεσπάσματα του Anthony Kiedis. Όλα στο άλμπουμ φαίνεται πως εξυπηρετούν μια μελωδία που πάντα έρχεται από το background. Αυτός είναι και ο ρόλος του Josh Klinghoffer, ο οποίος έχει πολύ καλή αίσθηση της μελωδίας με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις πιο dreamy στιγμές του άλμπουμ, “The Longest Way” και “Encore”. Με το πρώτο να έχει άρωμα Radiohead στην κιθάρα, περιόδου “In Rainbows”.
        Συνοψίζοντας, αν και το νέο άλμπουμ των “Peppers” «υποφέρει» από τη εμφάνιση κάποιων fillers(πχ. We Turn Red) και η εντυπωσιακή παραγωγή (Danger Mouse τα είπαμε αυτά) και μίξη ( Nigel Godrich ψάξτε το βιογραφικό του και θα καταλάβετε) κλέβουν την παράσταση και δένουν το τελικό αποτέλεσμα, αλλά το “The Getaway” έχω την εντύπωση πως θα εκτιμηθεί με το πέρασμα του χρόνου όπως το άλλοτε αδικημένο “One Hot Minute”.


Φροίξος Βικάτος

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Gojira - "Magma"

                     
          Στην καθημερινή αναζήτηση των νέων Metallica, Iron Maiden κτλ. πολλούς έχουμε βαφτίσει νέους σωτήρες του metal. Κάποιοι από αυτούς που πήραν το χρίσμα σκόνταψαν(Trivium) ενώ κάποιοι άλλοι κάνοντας από την αρχή κάτι μοναδικό και όντας αυτόφωτοι καθόρισαν τον δικό τους ήχο και τον επέβαλαν στο σύγχρονο metal. Στη δεύτερη περίπτωση ανήκουν και οι Γάλλοι Gojira ένα συγκρότημα όχι μόνο με μοναδικό ήχο- ένας συνδυασμός Meshuggah με Mastodon- αλλά και την απαραίτητη δισκογραφία για να θεωρείται από τα κυρίαρχα στο σημερινό metal χάρτη. Το “From Mars To Sirius” του 2005 τους άλλαξε μια για πάντα επίπεδο και με δύο εξίσου πολύ καλές δουλειές που αποδείκνυαν την εξελικτική τους πορεία δεν κοίταξαν ποτέ πίσω. Τέσσερα χρόνια μετά το τελευταίο “LEnfant Savage” οι Γάλλοι επιστρέφουν με ένα ακόμα άλμπουμ που μπορεί να αλλάξει το ρου της ιστορίας τους-ίσως και του metal- το “Magma”.
              To Magma” είναι η μια απογυμνωμένη προσέγγιση του πολύπλοκου ήχου των Γάλλων αλλά πέρα για πέρα δοσμένη με ουσιαστικό τρόπο. Μουσικά η μελωδικότητα είναι  η δύναμη του έκτου πονήματος των Gojira με τον Joe Duplantier να δοκιμάζει πιο πολύ από ποτέ τα καθαρά φωνητικά του. Το άλμπουμ παρότι αποτελείτε από 8 εν δυνάμει single-έχουμε και δύο interlude- έχει πρωτοφανή συνοχή και ροή σαν σύνολο. Αρκετά τραγούδια ασχολούνται εκτός από τα γνωστά οικολογικά ζητήματα που απασχολούσαν πάντα το συγκρότημα και με το θέμα της απώλειας, σαφώς επηρεασμένα από τον θάνατο της μητέρας των αδερφών Duplantier. Τραγούδι όχι μόνο με ισχυρό μήνυμα αλλά και με το καλύτερο riff από αυτά που έχουμε ακούσει τα τελευταία πολλά χρόνια είναι το “Silvera”. Κλασικό Gojira τραγούδι από το πρώτο άκουσμα με τα χαρακτηριστικά κοφτά riff trademark των Γάλλων αλλά και τα lead που παραπέμπουν σε Chuck Schuldiner και Death late 90’s. Όπως είπα οι Gojira παραμένουν ουσιαστικότεροι όλων των συγχρόνων metal συγκροτημάτων ακόμα και στην πιο “pop” έκφανση της μουσικής τους όπως γίνεται με το “Stranded”. Στο ομώνυμο ακούμε μια σχεδόν συνεργασία τους θα έλεγε κανείς  με τους Mastodon περιόδου “The Hunter”, ενώ στη συνέχεια ακολουθεί το αρκετά πολυρυθμικό-μέχρι και το “Roots” μου θύμισε η tribal εισαγωγή του- “Pray”. Το άλμπουμ έχει πολλά να δώσει ακόμα μέχρι το ιδανικό, λυτρωτικό κλείσιμο με το ακουστικό “Liberation”. Νομίζω πως αυτή την αίσθηση της εμπειρίας στο τέλος του άλμπουμ, ότι σαν ακροατής άκουσες κάτι μοναδικό με ροή από την αρχή μέχρι το τέλος λίγα άλμπουμ το καταφέρνουν σήμερα.
         Δεν ξέρω αν το “Magma” πρέπει να θεωρηθεί «κλασικό» ή «δεκάρι» ούτως η άλλως για τον καθένα μας ξεχωριστά η ακρόαση είναι κάτι μοναδικό και  ιδιαίτερα προσωπικό. Όμως είμαι σίγουρος πως το “Magma” έχει όλα εκείνα τα στοιχεία για να το χαρακτηρίσουν αρκετοί τέτοιο. Δίσκος που σίγουρα θα τους διευρύνει το ακροατήριο, με ελάχιστες απώλειες οπαδών του πρώιμου ήχου τους. Το “Magma” για μένα είναι άλμπουμ που βγαίνει μία φορά στα δέκα χρόνια για το metal όπως το “Black Album”, “Slipknot” και “Crack The Skye”.


Φροίξος Βικάτος

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2016

Kvelertak - "Nattesferd"

           
        Οι Kvelertak από την πρώτη τους εμφάνιση πίσω το 2010 μέχρι και σήμερα αποτελούν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα συγκροτήματα που εμφανίστηκαν με την αυγή της νέας δεκαετίας. Το ομώνυμο ντεμπούτο τους αναμφίβολα σημάδεψε τα 10’s με τη φρεσκάδα του και τον πολυσχιδή ήχο του. Τρία χρόνια αργότερα μας έδωσαν περισσότερη-Meir στα Νορβηγικά σημαίνει περισσότερο- από την διασκεδαστική τους ενέργεια που πολλοί στην αμηχανία τους να την κατηγοριοποιήσουν ονόμασαν black nroll. Ξεπερνώντας εύκολα το εμπόδιο του λεγόμενου «δύσκολου» δεύτερου άλμπουμ μαλακώνοντας τον ήχο τους χωρίς απώλειες. Άλλα τρία χρόνια χρειάστηκαν για να φτάσουμε στο σημερινό τρίτο τους πόνημα με τίτλο Nattesferd. Και σε περίπτωση που είσαι καινούργιος με τους Νορβηγούς και δεν το είχες καταλάβει, τραγουδάνε στην μητρική τους γλώσσα κάτι που μέχρι σήμερα δεν τους έχει σταθεί και τόσο μεγάλο εμπόδιο, όπως φαίνεται τουλάχιστον. Πριν ασχοληθούμε με το μουσικό κομμάτι παρατηρούμε δύο σημαντικές αλλαγές στα credit αφού ο παραγωγός Kurt Ballou(Converge, High On Fire) που είχε αναλάβει τα προηγούμενα δύο άλμπουμ των Νορβηγών απουσιάζει, αντίστοιχα και ο John Baizley των Baroness δεν είναι ο σχεδιαστής του νέου τους εξωφύλλου.
        Στο καθαρά μουσικό κομμάτι οι Kvelertak επιμένουν να προκαλούν αμηχανία σε κάθε ακροατή που ενδιαφέρεται πιο πολύ να ξέρει τι είδος μουσικής ακούει παρά αν αυτό που ακούει είναι ποιοτικό. Και το τρίτο άλμπουμ ξεκινάει με tremolo guitar riffing και blastbeats δηλαδή σε black metal ρυθμούς αλλά σύντομα οι αναδυόμενες rock μελωδίες από τρείς υπέροχες κιθάρες θα γεμίσουν των ήχο του εναρκτήριου τραγουδιού(“Dendrofil For Yggdrasil”). Το “1985” είναι ο δικός τους arena rock ύμνος και ευτυχώς που στα 90’s το metal άνοιξε τους ορίζοντες του και δεν θα υπάρξει κανένας φωστήρας να μας πει ότι «φλώρεψαν». Οι  Kvelertak ουσιαστικά και στο νέο τους άλμπουμ τζαμάρουν σε όλο το φάσμα του rock nroll, άλλοτε punk-ίζουν( “Bronsegud”), άλλοτε thrash-ίζουν (“Berserkr”), σε ένα άλμπουμ που έχει την ανεμελιά των 80’s και το μουσικό μπαστάρδεμα των 00’s. Θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο ακόμα συνθέσεις οι οποίες και κλείνουν το δίσκο. Αρχικά το επικό 9λεπτό “Heksebrann” με το τυπικό πλέον χτίσιμο-momentum μέχρι και τη στιγμή που θα μπει όλο το συγκρότημα μαζί. Ένα επικό hard rock τραγούδι με το μπάσο να έχει σημαίνοντα ρόλο σε αυτό. Για το τέλος οι ταχύτητες θα πέσουν με το “Nekrodamus” ή εναλλακτικά ο τίτλος “1970”(;) προτείνω εγώ. Ξεκάθαρη early Sabbath επιρροή με πρωτόλειο metal riff.
       Συνοψίζοντας σίγουρα είναι η πιο rock δουλειά των Νορβηγών μέχρι σήμερα, παρ’ όλα αυτά το “Nattesferd” είναι ένα 100% Kvelertak άλμπουμ. Δεν μπορώ να το βάλω δίπλα στο ντεμπούτο τους γιατί θα το καταδικάσω, αφού το χαστούκι που φάγαμε πριν 6 χρόνια ακόμα το νιώθουμε, αλλά και οι ίδιοι έξυπνα αποστασιοποιούνται σιγά σιγά απαλλαγμένοι σε μεγάλο βαθμό από τα black στοιχεία του ήχου τους, μαλακώνοντας τον με κλασικό hard rock. Από τα πιο ευχάριστα άλμπουμ για φέτος, χωρίς κόμπλεξ να χαρακτηριστεί διασκεδαστικό.

Φροίξος Βικάτος

         

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Death Angel - "The Evil Divide"

                
 Οι Death Angel παρότι είναι ένα συγκρότημα με 30 χρόνια ιστορία στο χώρο του thrash metal-με ένα μικρό διάλειμμα στα 90’s- με το νέο τους άλμπουμ βάζουν κάτω πολλούς νέους που προσπαθούν να μας πείσουν με το old school trash τους. To είδος έχει κορεστεί  τα τελευταία χρόνια κακά τα ψέματα, με τις μόνες κυκλοφορίες που τραβάνε το ενδιαφέρον να είναι αυτές των Big 4 λόγω εκτοπίσματος αλλά και της φωτεινής εξαίρεσης που ακούει στο όνομα Vektor, οι οποίοι όμως «παίζουν μπάλα» στο δικό του γήπεδο πλέον. Γιατί όμως το “The Evil Divide” ξεχωρίζει και σίγουρα θα αποτελέσει μαζί με το νέο άλμπουμ των Anthrax μια από τις thrash metal επιλογές μου για φέτος.
         Τα riffs που αποτελούν και την βάση του είδους, δεν είναι μόνο κοφτερά( “The Moth” ) και εμπνευσμένα( “Hatred United/United Hate” ) αλλά έχουν και την πρωτοτυπία-για το συγκρότημα πάντα- και το ρίσκο του αρκετά μελωδικού “Lost”. Κάτι τέτοιες συνθέσεις είναι αυτές που διχάζουν τους οπαδούς των συγκροτημάτων, με το πείραμα όμως να πετυχαίνει όπως και στη περίπτωση του “Breathing Lighting” των Anthrax. Επιπλέον δίνεται η ευκαιρία σε μία από τις καλύτερες φωνές του χώρου όπως αυτή του Mark Osegueda να χρωματίσει το τραγούδι, ξεδιπλώνοντας την γκάμα των φωνητικών του δυνατοτήτων. Ακόμα η συμμετοχή του πολύ Andreas Kisser των Sepultura σε σόλο, στο “Hatred United/United Hate” προστίθεται στα θετικά του άλμπουμ όπως και το crossover riff α λα Suicidal Tendencies του “Cause For Alarm” προσθέτοντας έτσι ποικιλία στο συνολικό αποτέλεσμα. Μετά από πολλά ακούσματα βέβαια μπορώ να πω πως κράτησα με μεγαλύτερη ευκολία τα highlights που προανέφερα και αυτό γιατί προς το τέλος ο δίσκος κάνει μια μικρή «κοιλιά». Αυτό δεν σημαίνει πως υπάρχουν εκπτώσεις στη ποιότητα των τραγουδιών απλά δεν αποφεύγεται αυτό το μονοδιάστατο trash metal riffing.
      Κλείνοντας, σίγουρα από τους καλύτερους thrash metal δίσκους που θα ακούσουμε φέτος που σε μεγάλο βαθμό έχει στιγμές και ιδέες που θα ικανοποιήσουν και τον ακροατή που έχει χορτάσει από thrash. Η μοντέρνα παραγωγή ίσως ξενίσει κάποιους με το μεγάλο στοίχημα του άλμπουμ να ακούει στον τίτλο “Lost”.


Φροίξος Βικάτος

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Hatebreed - "The Concrete Confessional"

                     
          Προσπαθώ να σκεφτώ ένα καλό λόγο για να πείσω έναν καινούργιο ακροατή να ακούσει το νέο-7ο  άλμπουμ των Αμερικάνων Hatebreed. Για να μην παρεξηγηθώ το άλμπουμ είναι ίσως και ανέλπιστα καλό, όχι ότι οι Αμερικάνοι έχουν παρουσιάσει ποτέ κάτι κάτω του μετρίου αλλά το ύφος εδώ και 20 χρόνια είναι λίγο-πολύ καθορισμένο. Άρα αν δεν σε ενδιαφέρει άλλος ένας hardcore metal δίσκος τι μπορεί να σου προσφέρει το “The Concrete Confessional” ;
           Όπως προανέφερα, ότι περίμενες είναι παρών αλλά και κάτι παραπάνω. Το κάτι παραπάνω ακούει στο όνομα Slayer. Είναι αλήθεια πως το «φάντασμα» των Καλιφορνέζων στοιχειώνει με την καλή έννοια ολόκληρο το άλμπουμ. Πολλά τραγούδια θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί για το τελευταίο άλμπουμ των «Σφαγέων», μέχρι και επιρροή σε τίτλους  τραγουδιών βλέπουμε,  “Us Against Us”(βλ. You Against You). Αυτό όμως που εκπλήσσει περισσότερο είναι η πειστικότητα και το πάθος που δείχνουν οι Hatebreed, με το κιθαριστικό δίδυμο των Novinec/Lozinak να μη μας παραδίδει σόλο φυσικά αλλά να «κοιτάει» αντάξια αυτό των Slayer της τελευταίας 10ετίας. Ένα επιπλέον στοιχείο που αποτελεί και trademark του συγκροτήματος είναι οι καυστικοί στίχοι του Jamey Jasta. Πολλούς ακροατές μπορεί να του αφήνει παγερά αδιάφορους το γεγονός ότι το «Αμερικάνικό Όνειρο» έχει πεθάνει και ποια είναι η πολιτικοκοινωνική άποψη του Frontman των Hatebreed αλλά μερικοί από του πιο έξυπνους στίχους, οι οποίοι δίνουν κίνητρο και σε κάνουν να θες να σφίξεις την γροθιά σου στο άκουσμα τους είναι γραμμένοι εδώ. Για παράδειγμα η εισαγωγή στο “Looking Down The Barrel Of Today” είναι η πλέον χαρακτηριστική κραυγή του άλμπουμ: “Once had a shotgun to my head/They said I wasn’t worth the bullets/Now the world is my trigger and I’m here to fucking pull it”.
          Αν μη τι άλλο νομίζω πως το νέο άλμπουμ των Αμερικάνων μπορεί να αποτελέσει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία  για όσους έρχονται πρώτη φορά σε επαφή με το συγκρότημα. Όλα τα κλισέ του ήχου τους είναι εδώ, όχι όμως παιγμένα σε ένα άλμπουμ διεκπεραιωτικού χαρακτήρα. Γεγονός που θα κρατήσει για ακόμη μια φορά των πυρήνα των οπαδών τους ενωμένο. Δυνατό άλμπουμ, χωρίς σόλο, με μοντέρνα στοιχεία αλλά και πιο κλασικά thrash μέρη να δείχνουν ίσως την μελλοντική τους κατεύθυνση.


Φροίξος Βικάτος