Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Zakk Wylde - "Book of Shadows II"

               
              Zakk Wylde και “Book of Shadows II” 20 χρόνια μετά από την πρώτη φόρα. Γιατί άργησε τόσο πολύ το sequel-για να μιλήσουμε και με κινηματογραφικούς όρους- του πρώτου αρκετά επιτυχημένου “Book of Shadows” μόνο ο ίδιος, ο δεξιοτέχνης αυτός κιθαρίστας το γνωρίζει. Για όσους έρχονται πρώτη φορά σε επαφή μαζί του, μιλάμε για τον μοναδικό κιθαρίστα που κατάφερε να προσφέρει στο προσωπικό συγκρότημα του Ozzy Ozbourne μετά τον Randy Rhoads. Ο ήχος του αναγνωρίσιμος, από τους δίσκους του με τον double O αλλά και μετέπειτα με τους ολόδικούς του Black Label Society. Τι γίνεται όμως όταν αυτός ο κύριος δεν συνδέει την κιθάρα του στο ενισχυτή ή μάλλον πιο σωστά όταν αποφασίζει να κινηθεί σε πιο ακουστικά ηχητικά μονοπάτια.
            Οι υποψιασμένοι, αυτοί που έχουν ακούσει το πρώτο μέρος αυτής της προσωπικής δουλειάς του Zakk δεν θα πάρουν τίποτα περισσότερο αλλά και τίποτα λιγότερο από αυτό που περίμεναν. Και αυτό είναι θετικό αν σκεφτεί κανείς τα χρόνια που έχουν περάσει αλλά και την πτωτική πορεία που είχαν τελευταία οι δουλειές του Zakk με τους BLS. Η φωνή του βρίσκεται σε εξαιρετικά επίπεδα και αν όντας απογυμνωμένος ο ίδιος από τις συνηθισμένες ηλεκτρικές «παραμορφώσεις» και τον σκληρό ήχο των BLS, όχι μόνο τα καταφέρνει αλλά εκπλήσσει ευχάριστα 20 χρόνια μετά την πρώτη απόπειρα. Τα “Lost Prayer”, “Tears of December”, “Darkest Hour” αλλά και το εναρκτήριο “Autumn Changes” παρότι θυμίζει έντονα το “Black” των Pearl jam, είναι υπέροχες  bluesy rock συνθέσεις που ξεχωρίζουν μέσα σε ένα μουσικό σύνολο που προκαλεί μια γλυκιά χαρμολύπη με το τέλος κάθε ακρόασης. Ακουστικό στη βάση του το “Book of Shadows II” , με την ακουστική κιθάρα του Zakk να αποτελεί την ραχοκοκαλιά του δίσκου σε συνδυασμό με τις ανέλπιστα καλές ερμηνείες του. Φυσικά και τα σόλο εδώ παίζουν το ρόλο της κορύφωσης και αυτό το ρόλο των υπηρετούν καλά όπως στο πρώτο single το “Sleeping Dogs”.
            Συνήθως τέτοιες απόπειρες από καλλιτέχνες αποτελούν μεγάλο ρίσκο αφού οι ίδιοι απογυμνώνονται από συνθετικά μοτίβα του πρώιμου καλλιτεχνικού τους βίου, ο Zakk Wylde είχε όλο το χρόνο(20 χρόνια δεν τα λες και λίγα) αλλά το σημαντικότερο είχε και την διάθεση να μας προσφέρει αυτό το άλμπουμ. Από το πουθενά λοιπόν, εδώ και εβδομάδες το “Book of Shadows II” δεν λέει να βγει από το στερεοφωνικό μου.


Φροίξος Βικάτος

Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Deftones - "Gore"

                     
   Θα προσπαθήσω να μην είμαι αρκετά γλαφυρός με τους χαρακτηρισμούς που θα χρησιμοποιήσω για το 8ο πόνημα των Deftones και να μείνω στα επιθυμητά όρια που ορίζει η «αντικειμενικότητα». Η αλήθεια είναι πως το άγχος μου το είχα καθώς πίστευα πως οι  Αμερικάνοι είχαν πιάσει ταβάνι με τις δύο προηγούμενες κυκλοφορίες τους “Diamond Eyes” και “Koi No Yokan”, τα οποία είναι «ογκόλιθοι» για τον εναλλακτικό metal ήχο. Επίσης επανέφεραν το συγκρότημα σε θέση ισχύος μετά το άνισο για πολλούς “Saturday Night Wrist”. Η πιο straight forward λογική που ακολούθησαν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα αλλά ευτυχώς οι Deftones δεν εγκατέλειψαν ποτέ τους πειραματισμούς του SNW και στο ολοκαίνουργιο “Gore” τους επαναφέρουν δυναμικά και τους δίνουν τον πρώτο ρόλο.
            Το άλμπουμ ξεκινάει με το πιο Defton-ικό τραγούδι το πρώτο single, “Prayers/Triangles”, που προσπαθεί και συμπυκνώνει και τις δύο πτυχές του ήχου του συγκροτήματος, την ατμοσφαιρική με την επιθετική-metal παιδεία του κιθαρίστα Stephen Carpenter. Ο οποίος στο “Gore” έχει τον πιο διακριτικό ρόλο που είχε ποτέ σε άλμπουμ των Αμερικάνων και αυτό φαίνεται στο τελικό αποτέλεσμα. Πάντως τα hardcore-ίζων “Doomed User” και το ομώνυμο φροντίζουν να μας ταλαιπωρήσουν τον αυχένα και να μας θυμίσουν την αγάπη του κιθαρίστα για τους Meshuggah. Ο υπόλοιπος δίσκος έχει αρκετά πράγματα από τα side project του Chino Moreno και ιδιαίτερα τους Crosses. Ευτυχώς η μετάβαση από συγκρότημα σε συγκρότημα υπήρξε ομαλή και το αποτέλεσμα είναι η spacey ατμόσφαιρα του “Hearts/Wires”, που φέρνει στο μυαλό μεγάλα hit του συγκροτήματος όπως το Change. Ακόμα οι shoegaze κιθάρες του “Phantom Bride” και το ταιριαστό σόλο του πολύ Jerry Cantrell των Alice In Chains προσθέτουν ένα ακόμα highlight σε ένα άλμπουμ διαμάντι για τον εναλλακτικό σκληρό ήχο. Πολλά τα θετικά σε ένα δίσκο που είναι grower. Δηλαδή με τις ακροάσεις αποκαλύπτετε πλήρως στον ακροατή του και τον ανταμείβει. Για παράδειγμα το πολύπλοκό και με αρκετές εναλλαγές στο ρυθμό “Geometric Headdress”.To Gore” έχει και κάτι ακόμα, έχει ροή. Σε αυτό βοηθάει η έξυπνη κίνηση του παραγωγού Matt Hyde που επέλεξε  να μην αφήσει κενό μεταξύ των τραγουδιών(Season In The Abyss κανείς;). Στιχουργικά ο Chino Moreno είναι ελλειπτικός παίζοντας έτσι με την φαντασία του ακροατή κάτι που προσδίδει στην ατμόσφαιρα του πιο ατμοσφαιρικού τους δίσκου!
             Συνοψίζοντας, στον πρώτο τους δίσκο μετά τον θάνατο του αρχικού τους μπασίστα Chi Cheng από τροχαίο το 2013(βρισκόταν σε κώμα για 5 χρόνια), οι Deftones δεν γράφουν έναν επικήδειο( βλ. The Grey Chapter ) προς χάριν φτηνών εντυπωσιασμών. Οι Deftones άλλωστε είναι το μοναδικό συγκρότημα της γενιάς του που ξεπηδώντας από το nu-metal κίνημα στα μέσα των 90’s κατάφερε να σπάσει το «κουκούλι» και να μεταμορφωθεί σε κάτι δικό του, όμορφο. Οι ίδιοι άλλωστε αποτέλεσαν μόδα για τους συνοδοιπόρους τους βάζοντας «ξένα» στον ήχο στοιχεία τότε( shoegaze και dream pop επιρροές )και όχι το αντίθετο. Έτσι και στο “Gore”  κοιτάνε μπροστά και συνεχίζουν τον δρόμο της εξελικτικής τους πορείας πετυχαίνοντας πλέον το πείραμα, 10 χρόνια μετά την πρώτη δοκιμή.


Φροίξος Βικάτος

Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

Spiritual Beggars - "Sunrise To Sundown"

                 
 Ίσως είμαι από τους λίγους, τους «περίεργους» που η μουσική των Spiritual Beggars μου προκαλεί μεγαλύτερες συγκινήσεις από αυτή των Arch Enemy. Το κοινό φυσικά μεταξύ αυτών των δύο διαμετρικά αντίθετων συγκροτημάτων είναι ο δημιουργός τους, ο Michael Amott. Με το δεύτερο(;) του όχημα(Spiritual Beggars) καλλιτεχνικής έκφρασης λοιπόν, ο Σουηδός δεξιοτέχνης  κιθαρίστας επιστρέφει, με τον 9ο δίσκο τρία χρόνια μετά το “Earth Blues”. Η σύνθεση του συγκροτήματος παραμένει σταθερή αλλά αυτό δεν συνεπάγεται απαραίτητα και στασιμότητα.
            Η μουσική κατεύθυνση που παίρνουν οι Σουηδοί στο “Sunrise To Sundown” είναι ξεκάθαρη και στραμμένη κυρίως στο rock της δεκαετίας του 70. Κάτι που ο Per Wiberg(πλήκτρα) φαίνεται ότι έχει «σπουδάσει». Δεν μπορώ να εξηγήσω αλλιώς τα πλήκτρα στο “Diamond Under Pressure”, ίσως το καλύτερο Deep Purple τραγούδι που δεν έγραψαν οι σπουδαίοι Βρετανοί. Βέβαια όπως είπα αυτό είναι ένα μικρό δείγμα γιατί σε όλο το δίσκο ο Wiberg συναγωνίζεται τον Amott που του έχει δώσει αρκετές ελευθερίες και χώρο στο άλμπουμ. Πράγμα που δεν φαίνεται να γίνεται με τον Apollo πίσω από το μικρόφωνο, ο οποίος αν και καλός είναι αρκετά «θαμμένος» στη μίξη του άλμπουμ. Το “Sunrise To Sundown” κινείται πολύ όμορφα μέσα από τις διάφορες εκφάνσεις του rock, είτε αυτό είναι κλασικό( “Sunrise To Sundown”) είτε είναι hard rock(“What Doesntt Kill You”, “Hard Road”) ή stoner(“Lonely Freedom”). Επίσης η μεγάλη συμμετοχή και των υπολοίπων μελών του συγκροτήματος εκτός του Amott στα credits του άλμπουμ φαίνεται πως βοήθησε στο να δημιουργηθεί ένα αρκετά εμπνευσμένο σύνολο τραγουδιών. Σε ορισμένα σημεία το άλμπουμ είναι άνευρο και αυτό λόγω της μίξης των φωνητικών και την μη χρήση κάποιου ρίσκου από τον Apollo αλλά σε γενικές γραμμές σίγουρα είναι η καλύτερη δουλειά των Σουηδών τα πολλά τελευταία χρόνια.
              Το “Sunrise To Sundown” είναι ένα άλμπουμ που βιάζεται να φέρει το καλοκαίρι, έχει αρκετές rock μελωδίες που θα μείνουν και σίγουρα δείχνει για ακόμη μια φορά το ταλέντο του Amott το οποίο δεν μπορεί να χωρέσει κάτω από στεγανά και  ταμπέλες.


Φροίξος Βικάτος                                                                  8/10

Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Deftones (αφιέρωμα)





Στο πρώτο αφιέρωμα του Riffstories θα επιχειρήσω να αποδώσω , όσο καλύτερα γίνεται την αγαπημένη μου μουσική ιστορία που δεν είναι άλλη από αυτή των Deftones . Μια πορεία στη μουσική που τα περιέχει όλα , από την εμπορική επιτυχία και το ξεπέταγμα από το nu metal παρακλάδι, μέχρι την αποκοπή τους από το είδος και την καλλιτεχνική αναγνώριση, ως τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν μετά το τροχαίο- δυστύχημα – ενός αδερφού, αλλά και την αναγέννηση με την κυκλοφορία των δύο τελευταίων δίσκων. Αυτό που τους κάνει ακόμα πιο μοναδικούς και τους έκανε να αντέξουν στις μόδες των καιρών, είναι ο πλουραλισμός του ήχου τους και η σταθερή ποιότητα των δίσκων τους, μιας και ο “χειρότερος” Deftone δίσκος μπορεί να χαρακτηριστεί με αυστηρότητα καλός. Ξεκινάμε λοιπόν…



                   ” I get bored…”

Πίσω στις αρχές τις δεκαετίας του 90 οι παιδικοί φίλοι από τα σχολικά χρόνια Stephen Carpenter(guitars), Chino Moreno(vocals) και Abe Cunningham(drums) εκτός από την κοινή τους αγάπη για το skateboarding, αρχίζουν να τζαμάρουν  μαζί στο γκαράζ του πρώτου. Στις πρόβες τους θα δοκιμαστούν πολλοί μπασίστες με την θέση τελικά να παίρνει ένας κοκαλιάρης με rasta, ονόματι Chi Cheng ολοκληρώνοντας έτσι την αρχική σύνθεση της παρέας από το Σακραμέντο. Με την ηχογράφηση τεσσάρων demos και μια mini περιοδεία σε τοπικά clubs μαζί με τους Korn , καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν με τον δυναμισμό των ζωντανών εμφανίσεων τους ανθρώπους της Maverick Records και μπαίνουν στο στούντιο για την ηχογράφηση του ντεμπούτου άλμπουμ τους. Το 1995 λοιπόν θα κυκλοφορήσει το Adrenaline σε παραγωγή Terry Date –γνωστός για τις παραγωγές του σε δίσκους των Pantera και Soundgarden μεταξύ άλλων- και θα καταφέρει να κάνει εντύπωση μετά τις εμφανίσεις του συγκροτήματος σε μεγάλα φεστιβάλ όπως το Ozzfest. To Adrenaline αποτελεί ότι πιο hardcore έχει παρουσιάσει ποτέ το συγκρότημα και τον μόνο δίσκο τους που μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει αμιγώς στο nu metal ιδίωμα αποτελώντας μαζί με το ντεμπούτο των Korn τους δίσκους “στυλοβάτες” , για την νέα κατεύθυνση που έπαιρνε τότε το metal. Δίσκος που περιέχει τα κλασικά για το συγκρότημα “bored” , “7 words” και “root” που μετά από 20 χρόνια δεν λείπουν ποτέ από το setlist σε κάθε τους live. Ο δίσκος  ανήκει σε έναν από τους τρεις πλατινένιους που έχουν οι Αμερικάνοι και αυτό αξίζει να σημειωθεί καθώς , όταν κυκλοφόρησε δεν είχε την υποστήριξη του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης. Μπορεί να αποτελεί την λιγότερο αγαπημένη τους δουλειά για τον πιο ώριμο με τα χρόνια frontman τους Chino Moreno αυτό όμως το διαμαντάκι αποτελεί σημείο αναφοράς για κάθε die-hard οπαδό τους που το νοσταλγεί σε κάθε νέα τους κυκλοφορία.




  

      “ i don’t care where just far away “



Φωνάζει ο Chino στο “be quiet and drive(far away)” δηλώνοντας τις διαθέσεις του συγκροτήματος να σπάσει τα σύνορα του ήχου που τους χρέωσαν. Στο δεύτερο δίσκο τους οι Καλιφορνέζοι θα πειραματιστούν και θα ανεβάσουν πολύ την ποιότητα της δουλειάς τους σε σύγκριση με τα υπόλοιπα alternative/nu metal μουσικά σχήματα τις εποχής. Οι Deftones μεταφράζουν τις εμπειρίες από την περιοδεία που ακολούθησε μετά την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους, αλλά επηρεάζονται και από την τότε αναδυόμενη alternative rock σκηνή της Αμερικής με συγκροτήματα όπως οι Pimus , Smashing Pumpkins και Janes Addiction όχι τόσο ηχητικά, όσο εκμεταλλευόμενοι την χρονική συγκυρία που επέτρεπε σε συγκροτήματα του πιο εναλλακτικού χώρου να κάνουν καριέρα. Στις ηχογραφήσεις του Around the fur θα συνεισφέρει για πρώτη φορά σε τέσσερα τραγούδια  ο Frank Delgado(turntables, synths) πριν γίνει και επίσημα το 5ο μέλος του συγκροτήματος, μεγαλώνοντας με τις “πινελιές” του στις συνθέσεις το φάσμα του ήχου της μπάντας. Ο Αbe για την ηχογράφηση των drums χρησιμοποιεί σε κάθε τραγούδι διαφορετικό drum kit θέλοντας να πετύχει τον διαφορετικό ήχο, που απαιτούσε η κάθε σύνθεση και μαζί με το μπάσο του Chi αποτελούσαν  από τα πιο δυνατά rhythm section τις εποχής. Αυτός που ξεχωρίζει όμως εδώ δεν είναι άλλος από τον Chino με τις ερμηνείες του να έχουν τεράστια ποικιλία καθώς άλλες φορές ψιθυρίζει( rickets), γίνεται αισθαντικός ( mascara) ή τα σπάει όπως στην συνεργασία με τον Max Cavalera στο  “head up”. Tην κυκλοφορία του Around The Fur το 1997 ακολούθησε ακόμα μεγαλύτερη περιοδεία, εμπορική επιτυχία αλλά αυτή τη φορά και αναγνώριση από τον μουσικό τύπο. Οι Deftones βρίσκονταν ήδη σε ανοδική πορεία..



          “ I watched you change”


Οι Deftones μετά την επιτυχία του Around the Fur δεν βιάστηκαν…καθόλου για την ακρίβεια μιας και οι ηχογραφήσεις του White Pony κράτησαν ένα χρόνο. Το White Pony είναι ο πρώτος δίσκος με τον Frank Delgado ως μέλος του συγκροτήματος κάτι που φαίνεται και στην συνεισφορά του με τις ambient, dream pop και electronica πινελιές του στο συγκεκριμένο δίσκο. Εκτός από αυτό, καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η κιθάρα του Chino, κάτι που αρχικά δεν καλοφαινόταν στον κιθαρίστα του γκρουπ Stephen. Ο κιθαριστικός διαγωνισμός τους έβγαλε κερδισμένο το White Pony καθώς εκτός από τη metal παιδεία του Stephen για πρώτη φορά συναντάμε σε δίσκο Καλιφορνέζων τις shoegaze επιρροές του Chino. To White Pony κυκλοφόρησε το 2000 και περιέχει τα “digital bath”, “knife party”, “change(in  the house of flies)” και passenger σε συνεργασία με τον Maynard James Keenan των θεών Tool, τραγούδια διαμάντια για το alternative metal. Ο δίσκος αγκαλιάστηκε από κοινό και κριτικούς που αποθέωναν  την εξέλιξη του συγκροτήματος και την κυρίως του Chino τόσο ως ερμηνευτή αλλά και ως στιχουργού. Μέχρι και σήμερα για πολλούς αποτελεί το αριστούργημα που ποτέ δεν θα καταφέρουν να ξεπεράσουν , άποψη που τα χρόνια που ακολούθησαν έβαλε ακόμα και το ίδιο το συγκρότημα σε λάθος σκέψεις και κινήσεις, με αποτέλεσμα την κορυφή να ακολουθήσουν όπως λέει και ο ίδιος ο Chino οι “dark days” για όλους μέσα στην μπάντα…


       “it’s the same sound

Την τεράστια επιτυχία του White Pony ακολούθησε για το συγκρότημα μεγάλη headline περιοδεία που όξυνε την έλλειψη επικοινωνίας που είχε αρχίσει να διαφαίνεται  μεταξύ των μελών. Τους οδήγησε σε λάθος εκτιμήσεις , καθώς πίστευαν ότι είχαν βρει την φόρμουλα για την δημιουργία κάθε δίσκου, παίρνοντας και αυτή τη φορά πολύ χρόνο στο στούντιο. Οι «dark days» όπως αποκαλεί το ίδιο το συγκρότημα μια μεγάλη χρονική περίοδο γι’ αυτό, ξεκίνησαν με την δημιουργία του ομώνυμου τους δίσκου. Το Deftones είναι ότι πιο σκοτεινό έχουν δημιουργήσει κάτι που αντικατοπτρίζεται από το εξώφυλλο έως και την πιο heavy ηχητική κατεύθυνση αυτού. Ο Stephen με την κιθάρα του μεταλλοποιεί πιο πολύ τις συνθέσεις, ενώ οι ερμηνείες του Chino ταξιδεύουν τον ακροατή από ονειρικά ηχητικά τοπία σε στιγμές γνήσιας metal έντασης. To 2003 που κυκλοφόρησε το album δεν θα μπορούσε να μην έχει και τις Radiohead αναφορές του σε τραγούδια όπως το ηλεκτρονικό ambient «lucky you» δείχνει τους καλιφορνέζους να έχουν σε μεγάλη εκτίμηση το Kid A των Βρετανών.  Τα «deathblow» , «minerva» και το «battle axe» ξεχωρίζουν από το ποιοτικότατο αποτέλεσμα του δίσκου γιατί περικλείουν όλα τα στοιχεία του ήχου τους, εναρμονισμένα με την  πιο σκοτεινή και «αντιεμπορική» εξέλιξη του Deftones. Με αυτόν τον δίσκο οι Deftones καταφέρνουν να συνεχίσουν στο ίδιο μοναχικό καλλιτεχνικό δρόμο παρά τις «σειρήνες» που έδειχναν να τους καλούν, μετά την μεγάλη επιτυχία του White Pony.


the universe breaking us down”

Η ατμόσφαιρα μεταξύ των μελών είναι δεδομένα ψυχρή μιας και η επικοινωνία φαντάζει κάτι ακόμα πιο δύσκολη μετά την μετακόμιση του Stephen(guitar) μόνιμα στο L.A. και την ενασχόληση των υπολοίπων με side project- κυρίως του Chino με τους Team Sleep-.O Chino βρίσκεται ανάμεσα σε έναν χωρισμό και την εξάρτιση του με τα ναρκωτικά που θα τον κάνουν ακόμα και αβέβαιο για την ικανότητα του να γράφει πλέον μουσική. Μέσα σε όλες αυτές τις δυσκολίες , το συγκρότημα θα μπει στο στούντιο το 2005 για την ηχογράφηση του διαδόχου του Deftones. Σειρά στο «χάος» επιλέχτηκε να βάλει ο γνωστός από τις δουλειές του με τους Pink Floyd παραγωγός Bob Ezrin.Mε τον ίδιο να δηλώνει ότι η συνεργασία του με την μπάντα ήταν ότι πιο περίεργο έχει κάνει από άποψης ηχογραφήσεων. Το Saturday Night Wrist κυκλοφορεί το 2006 και οι αντιδράσεις μέχρι σήμερα είναι ανάμικτες, καθώς αποτελεί ότι πιο πειραματικό έχουν κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα και λιγότερο heavy. Αδικημένο πολύ καθώς αποτελεί δίσκο εμπνευσμένο, με τις shoegaze αναφορές του  White Pony εδώ πέρα να βρίσκονται στο επίκεντρο των συνθέσεων. Ατμοσφαιρικό , δυνατό και πολύ πειραματικό, μας προσφέρει ακόμα μια πολύ ωραία συνεργασία στο «mein» με τον Serj Tankian των S.O.A.D. και πολλές ακόμα στα «hole in the earth» , «beware» και «cherry waves». Μετά την περιοδεία και προώθηση του Saturday Night Wrist οι Deftones ήταν έτοιμοι να αφήσουν πίσω τις δύσκολες μέρες και ετοιμάζονταν να μπουν στο στούντιο για την δημιουργία του Eros



“Eros…when the coffin shakes”

    Μετά και την πολύπαθη κυκλοφορία του Saturday Night Wrist( κυρίως λόγω της δυσλειτουργίας τους ως συγκρότημα ) και οι πέντε τους μαζεύονται στα τέλη του 2007 και αποφασίζουν από κοινού ότι θέλουν να συνεχίσουν να γράφουν νέα μουσική και να παίζουνε μαζί. Κάπου στα μισά της ηχογράφησης του Eros( πήρε το όνομά του από ένα αστείο για τις γερμανικές ερωτικές ταινίες!) , το Μάιο του 2008 ο Chi(μπασίστας) καθώς γύριζε στο σπίτι του από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο αδερφός του, θα εμπλακεί σε ένα σοβαρό αυτοκινητιστικό ατύχημα. Ο Chi Cheng από εκείνη την στιγμή θα πέσει σε κώμα και ταυτόχρονα το συγκρότημα θα μπει στο «πάγο» για αδιευκρίνιστο χρονικό διάστημα. Οι υπόλοιποι Deftones αποφασίζουν να αφήσουν στην άκρη το σχεδόν έτοιμο Eros, αλλάζουν παραγωγό και στην θέση του επί χρόνια συνεργάτη τους Tery Date προσλαμβάνουν τον Nck Rasckulinez( Foo Fighters, Alice in Chains) . Ηχογραφούν με τον μπασίστα τον Quicksand, Sergio Vega τον νέο εξολοκλήρου δίσκο τους, περιμένοντας τον φίλο τους να αναρώσει. To 2010 κυκλοφορεί προς ανακούφιση της μουσικόφιλης κοινότητας το Diamond Eyes,και φαντάζει πιο επίκαιρη από ποτέ η χιλιοειπωμένη φράση του Νίτσε « ότι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό». Οι Deftones εδώ πέρα παραμερίζουν τους πειραματισμούς του «Saturday», βάζουν στο μίγμα τους λίγο από Meshuggah στις κιθάρες( άκου το «youve seen the butcher»), παραμένουν ερωτικοί και νοσταλγικοί στα «sextape» και «beauty school» αντίστοιχα και μας κολλάνε στον τοίχο με τις alt/metal τραγουδάρες  «diamond eyes», «royal» και «rocket skates». Ούτε ο πιο αισιόδοξος οπαδός τους δεν θα περίμενε τέτοια επιστροφή από τους Αμερικάνους…μην βιάζεστε όμως γιατί το συγκρότημα έδωσε πολλά ακόμα! 



Το ενδιαφέρον για το διαδόχου του Diamond Eyes ήταν μεγάλο καθώς αυτός ο δίσκος αποθεώθηκε από κριτικούς και κοινό. Οι Καλιφορνέζοι όμως χαλαροί όπως πάντα-ο Stephen φαίνεται να έχει αδυναμία στο «χόρτο»- θα ηχογραφήσουν ξανά με παραγωγό τον Raskulinez καθώς ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει. Το Σεπτέμβρη του 2012 θα έχουμε μια πρώτη γεύση από το Koi No Yokan (κεραυνοβόλος έρωτας στα ιαπωνικά) όπως θα ονομάζεται ο επερχόμενος δίσκος τους. Η αλήθεια είναι ότι με την πρώτη ακρόαση του «leathers», έτρεχα να μαζέψω το σαγόνι μου από το πάτωμα. Ένα από τα καλύτερα alternative/metal τραγούδια όλων των εποχών(καλά διάβασες) και απόλυτα Defton-ικό! Η αναμονή ήταν μεγάλη που τελικά άξιζε και με το παραπάνω, καθώς ο «Κεραυνοβόλος  Έρωτας» τους μας έστειλε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Tα «leathers», «poltergeist», «tempest» και «rosemary» αποτελούν αδιαπραγμάτευτα διαμάντια αυτής της μουσικής και περιέχονται όλα στον ίδιο δίσκο που από τώρα θα πρέπει να θεωρείται κλασικός, αφού καταφέρνει να κοιτάζει στα «μάτια» το δικό τους White Pony. Καθώς εναρμονίζει τις Meshuggh-ικές  κιθάρες(που εδώ είναι πιο έντονες) με τα ambient , αιθέρια στοιχεία της μουσικής των αμερικάνων. Δυστυχώς –ή ευτυχώς- όμως , όπως και στην ζωή τα πράγματα δεν μπορούν να παραμείνουν ίδια. Τον Απρίλιο του 2013 το συγκρότημα θα χάσει οριστικά τον φίλο και αδερφό Chi Cheng και το «smile» από το ακυκλοφόρητο Eros θα αποτελέσει το αντίο τους σε αυτόν. Οι Deftones πλέον έχουν μπει στο στούντιο για το διάδοχο του  Koi No Yokan που πιθανότατα θα κυκλοφορήσει το καλοκαίρι του 2015. Εγώ μέχρι τότε θα ακούω αυτή τη «χρυσή» δισκογραφία που μας έχουν αφήσει σαν κληρονομιά.
.



Φροίξος Βικάτος